Η αφετηρία της κατοίκησης στην περιοχή του Πειραιά μας ταξιδεύει αιώνες πίσω, στην προϊστορία, όταν οι Μινύες εγκαταστάθηκαν στον λόφο της Καστέλλας που τον ονόμασαν Μουνιχία. Χάρη στον οραματιστή πολιτικό και στρατιωτικό Θεμιστοκλή, από το 493 π.Χ. και μετά η ιστορία του συνδέθηκε στενά με αυτή της Αθήνας. Το μεγάλο πλεονέκτημα ήταν τα τρία φυσικά λιμάνια, δύο από τα οποία αναπτύχθηκαν ως πολεμικοί ναύσταθμοι, και το κεντρικό (Κάνθαρος) έγινε το σημείο όπου συναντιούνταν οι θαλάσσιοι εμπορικοί δρόμοι της Μεσογείου. Ο Πειραιάς άκμασε λοιπόν στους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους, αλλά στην εποχή των Ρωμαίων άρχισε να παρακμάζει. Την περίοδο του Βυζαντίου, της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας, μετατράπηκε σ’ ένα ασήμαντο λιμάνι.
Μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους και τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα, το 1835, η ανάπτυξη του Πειραιά ήταν εντυπωσιακή. Το εμπόριο και η βιομηχανία άνθισαν και απέκτησε αρχιτεκτονική ταυτότητα. Οι πρόσφυγες που ήρθαν από τα νησιά και αργότερα από τη Μικρά Ασία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας και της πολιτιστικής του ταυτότητας -κάτι που διαφαίνεται και σήμερα.
Η πιο πρόσφατη καταστροφική περίοδος για την πόλη ήταν ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, στη διάρκεια του οποίου το λιμάνι, ως στρατηγικός στόχος, βομβαρδίστηκε τόσο από την Γερμανική, όσο και από τη συμμαχική αεροπορία.
Το τέλος του πολέμου έφερε και πάλι την ανάπτυξη. Σε συνδυασμό με τις επιδόσεις της Ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας και την ανάδειξή της σε παγκόσμια δύναμη μεταπολεμικά, ο Πειραιάς έγινε το μεγαλύτερο λιμάνι της Ανατολικής Μεσογείου.
Σήμερα είναι μια ολοζώντανη πόλη-λιμάνι. Υποδέχεται χιλιάδες επισκέπτες που φεύγουν ή έρχονται από το λιμάνι της καθώς και επιβάτες κρουαζιερόπλοιων. Ζει πλάι στη θάλασσα και ένας πολύ ενδιαφέρων τουριστικός προορισμός. Μια φιλόξενη αγκαλιά για όλους!